- ασπάσιος
- Όνομα ιστορικών προσώπων.
1. Χαράκτης (β’ μισό 1ου αι. π.Χ. – αρχές 1ου αι. μ.Χ.). Έκανε αντίγραφο της Παρθένου Αθηνάς του Φειδία σε δακτυλιόλιθο (Μουσείο Βιέννης).
2. Ρήτορας από την Τύρο, της ελληνορωμαϊκής περιόδου. Έγραψε ιστορία της Τύρου.
3. Περιπατητικός φιλόσοφος (2ος αι. μ.Χ.). Ερμηνευτής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.
* * *ἀσπάσιος, -ία, -ιον και -ιος, -ιον (AM)1. ευπρόσδεκτος, αγαπητός, επιθυμητός2. πάρα πολύ ευχαριστημένος, γεμάτος χαρά.[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για αρχαίο επίθετο (από την Ιλιάδα), για τον σχηματισμό του οποίου μπορεί να υποτεθεί θ. ασπατ- με αναλογική επίδραση των πολλών επιθέτων σε -σιος (πρβλ. θαυμάσιος κ.ά.) Ο τ. ανάγεται έμμεσα στο ρ. ασπάζομαι* και έχει μαρτυρηθεί, ως πιθ. ανθρωπωνύμιο από τη Μυκηναϊκή].
Dictionary of Greek. 2013.